Το κλασικό Bonneville SE ¶
Από: pap43-d2 στις 05/10/2011 8:54 μμ.
Άνεση, φιλικότητα και ευχρηστία!
Φτιαγμένη στη Βρετανία, με μεράκι, αγάπη, και σεβασμό στο ιστορικό της παρελθόν, η Bonneville SE είναι μια μοτοσικλέτα που δε χρειάζεται να είσαι γνώστης του είδους για να την εκτιμήσεις. Οι κλασσικές της γραμμές θα γοητεύσουν όποιον τη χαζέψει από κοντά, ενώ οι σύγχρονες μηχανολογικές λύσεις -έξυπνα καλυμμένες και χωνεμένες έτσι ώστε να μην προσβάλλουν την αισθητική… παλαιάς κοπής που ακολουθεί- την κάνουν απολαυστική για καθημερινή χρήση.
Αισθητική / ποιότητα κατασκευής: «Μέγλα»
Δεν λέω, παλιά κάπως έτσι γίνονταν τα πράγματα, όμως το 2011 είναι περίεργο για μια μοτοσικλέτα, όσο κλασσική κι αν δείχνει να μην έχει α) τάπα ρεζερβουάρ που να κλειδώνει και β) κλειδαριά τιμονιού στον κεντρικό διακόπτη. Πρόκειται για δυο νευραλγικά σημεία ασφάλειας, στα οποία η Bonneville δεν μας ικανοποίησε, τόσο με την τάπα που ξεβιδώνει εύκολα από τον καθένα, όσο και με την κλειδαριά που βρίσκεται στο πλάι του προβολέα.
Επιπλέον, η γνώμη μας είναι πως οι χυτές ζάντες με τα … μπράτσα δεν συνάδουν απόλυτα με τον κλασσικό χαρακτήρα της μοτοσικλέτας, και ξενίζουν ελαφρά σε στιλ και αισθητική. Θυμίζουν τις πρώτες γυμνές μοτοσικλέτες στα τέλη του 1970, αρχές 1980, όταν άρχισαν να τοποθετούνται χυτές ζάντες για πρώτη φορά. Ίσως στην έκδοση με ακτίνες να δείχνει πιο… αυθεντική, αν και στο τέλος της γραφής, αυτά είναι προσωπικά γούστα. Σημειώστε πως, όπως στον κινητήρα, έτσι και στις ζάντες, η βαφή είναι… μισή-μισή. Δηλαδή, έχουμε κομμάτια στο χρώμα του μετάλλου, έχουμε και μαύρα κομμάτια, θέμα στιλ είναι.
Η ποιότητα κατασκευής της Bonneville είναι κορυφαία, με τη συναρμογή μεταλλικών και πλαστικών μερών να είναι άριστες. Η βαφή είναι βαθιά, τα πλαστικά ανθεκτικά σε πτώσεις και στρεβλώσεις (η Triumph περηφανεύεται για τα πλαστικά της), ενώ η προσπάθεια προσομοίωσης του παλιού-καλού και θρυλικού Bonneville φτάνει σε τρελά ύψη δημιουργικότητας. Φανταστείτε πως έχουμε ακόμα και… «κουφάρια» σε μορφή καρμπιρατέρ, μέσα στα οποία βρίσκεται ο… ψεκασμός, αλλά και ψεύτικα… ωστήρια!
Για μένα, εκπληκτικής απόδοσης είναι οι «κάσες» του κινητήρα, τα κάρτερ δηλαδή, με την παλιά τους ονομασία. Το σχήμα τους είναι ονειρικό, γλυπτό, παλιό και σμιλευμένο με τέχνη, ενώ το μέταλλο που έχει χρησιμοποιηθεί έχει μια «παλαιωμένη» θαμπάδα, που σου ζεσταίνει την καρδιά. Χαζέψτε και τις λεπτομέρειες. Το κλασσικό logo της Triumph στο δίχρωμο ρεζερβουάρ με το φιλετάκι, logo που θα βρείτε και στο πίσω μέρος της σέλας.
Διαφορές SE από την «απλή» Bonneville
Οι διαφορές που χαρακτηρίζουν τη Bonneville της δοκιμής μας ως Special Edition (SE), δεν είναι δραματικές. Ενώ στην «απλή» έκδοση τα όργανα αποτελούνται μόνο από ένα κοντέρ, εδώ έχουμε και στροφόμετρο. Επιπλέον, τα κάρτερ είναι βουρτσισμένα (και όχι γυαλισμένα, τα γυαλισμένα βρίσκονται σε άλλη έκδοση). Τα κάρτερ της SE είναι μεν βουρτσισμένα, αλλά θαμπά, όπως τότε… όπως παλιά. Αλλά πριν το… βούρτσισμα ήταν μαύρα, στο χρώμα που έχουν παραμείνει πλέον οι κυλινδροκεφαλές! Και η SE παίζει με το μαύρο και το βουρτσισμένο, και στις χυτές της ζάντες.
Επιπλέον χαρακτηριστικό της SE είναι το κλασσικό, μεγάλο χρωμιομένο logo της Triumph στο ρεζερβουάρ. Τέλος, μπορείτε να τη βρείτε και σε έκδοση διχρωμίας με ζωγραφισμένη στο χέρι go-faster ρίγα.
Μικρό ιστορικό: Ο θρύλος της «Bonnie»
Bonneville salt flats. Θρυλικό όνομα, θρυλικό μέρος. Οι αποξηραμένες, αλατισμένες ευθείες της ερήμου Bonneville, όπου στην πλειστόκαινο περίοδο, βρισκόταν η μεγάλη λίμνη αλμυρού νερού (Great Salt Lake), χρησιμοποιούνται εδώ και δεκαετίες για την επίτευξη ρεκόρ τελικής ταχύτητας μηχανοκίνητων οχημάτων. Εκεί η Triumph, τον παλιό καλό καιρό είχε σημειώσει πολλά ρεκόρ ταχύτητας, και για να τιμήσει την περιοχή, ονόμασε Bonneville την κλασσική αερόψυκτη δικύλινδρη εν σειρά μοτοσικλέτα του 1959, μοτοσικλέτα που αργότερα θα γινόταν γνωστή χαϊδευτικά και ως «Bonnie».
Τα χρόνια πέρασαν όμως και η κρίση στη βρετανική βιομηχανία παραγωγής μοτοσικλετών έκανε την κατασκευάστρια εταιρεία Triumph Engineering να κατεβάσει ρολά το 1983. Όμως το 1984, ο επιχειρηματίας John Bloor "ανέστησε" την εταιρεία, μετονομάζοντας τη σε Triumph Motorcycles Ltd., και έβγαλε στην παραγωγή σύγχρονα μοντέλα.Μέσα στη γκάμα των μοντέλων αυτών, ξεχωρίζει η νέα Bonneville που έχει φτιαχτεί να δείχνει σχεδόν ίδια με τη θρυλική "Bonnie" του 1959, χρησιμοποιώντας όμως σύγχρονη τεχνολογία σε πλαίσιο, κινητήρα (σημειώστε εδώ και την προσθήκη αντικραδασμικού άξονα μέσα στα άλλα), φρένα και περιφερειακά.
Άνεση / εργονομία: Ευρωπαϊκή σχολή
Με το που καβαλήσεις τη μοτοσικλέτα, καταλαβαίνεις αμέσως πως οι τεχνικοί που την έφτιαξαν είχαν στο μυαλό τους το μεγαλόσωμο ευρωπαίο αναβάτη. Μόλις είχα κατέβει από μια μεγάλη ιαπωνική μοτοσικλέτα, και το πέρασμα του ποδιού πάνω από τη σέλα της Bonneville έφερε αμέσως ένα πρώτο σοκ. Η σέλα είναι ιδιαίτερα πλατιά και μακριά, άνετη για φιλοξενία ενός ιδιαίτερα μεγαλόσωμου αναβάτη. Επιπλέον, τα χειριστήρια, και ειδικά τα ποδοστήρια έχουν απόσταση από τα μαρσπιέ, και είναι ικανά να κάνουν αναβάτη με νούμερο μπότας 50 να νιώσει σαν στο σπίτι του.
Το παράδοξο –και ευτυχές- γεγονός είναι πως, αυτή η διάταξη δεν αποκλείει τους κοντύτερους αναβάτες, απλώς εκείνοι –συμπεριλαμβανομένου και του υποφαινόμενουκάθονται σε διαφορετικό μέρος της σέλας –πιο μπροστά, ενώ συνηθίζουν γρήγορα τη διάταξη του ποδόφρενου και του λεβιέ ταχυτήτων, χωρίς να ενοχλούνται. Η σέλα είναι φαρδιά, και ανοίγει τα πόδια του αναβάτη, είναι όμως ταυτόχρονα τόσο χαμηλή, που ακόμα και με ύψος 1.70 θα πατήσετε άνετα και τα δύο πέλματα στο έδαφος.
Κινητήρας: Δυνατός, αλλά... ηλεκτρικός σε αίσθηση
Ο κινητήρας τραβάει δυνατά από χαμηλά, με το συμπλέκτη να είναι μαλακός σε αίσθηση και το κιβώτιο άψογο σε λειτουργία, αθόρυβο και ακριβές. Ο ήχος του κινητήρα τώρα, δυστυχώς δεν εξιτάρει, όπως δεν εξιτάρει ούτε και ο τρόπος απόδοσης. Η δύναμη αποδίδεται ηλεκτρικά δίχως ξεσπάσματα, κάνοντας τον αναβάτη να αποζητά απεγνωσμένα μια δόση classic χαρακτήρα, και λίγες ακόμα… τρίχες στο στέρνο του Bonneville. Εμείς προτείνουμε την κίνηση με short-shifting, δηλαδή με αλλαγές ταχυτήτων αρκετά νωρίς, καθώς η ροπή χαμηλά είναι πραγματικά χορταστική, και δεν έχει μεγάλο νόημα να ζορίζετε τον κινητήρα, ενώ ταυτόχρονα δίνει και μια καλύτερη classic αίσθηση.
Όχι πως θα πει όχι στο «στροφάρισμα», απλώς στις ψηλές στροφές, κάποιοι κραδασμοί θα κάνουν την εμφάνιση τους, θολώνοντας τους καθρέπτες μετά τα 140χλμ/ώρα, ενώ από τα 150-160χλμ/ώρα και μετά, τα μαρσπιέ και τα γκριπ θα σας γαργαλήσουν κάπως τα πόδια και τα χέρια. Ιδανική κατάσταση με το Bonneville αποτελεί η κίνηση με ταχύτητες που φτάνουν τα 110-120χλμ/ώρα, κίνηση με τη ροπή. Εκεί το Triumph δείχνει τον καλύτερο εαυτό του, αποτελώντας ένα από τα ιδανικά οχήματα βόλτας, είτε στα πέριξ, είτε στο χρόνο.
Οδηγώντας: Υπέρ-άνετο και ευχάριστα sport
Πόσοι αναβάτες έχουν sport απαιτήσεις όταν πρόκειται να καβαλήσουν μια κλασσική μοτοσικλέτα; Ελάχιστοι. Και όμως. Η «Bonnie» θα σας κάνει την καλύτερη έκπληξη με το καλημέρα, και με τις πρώτες απόπειρες να δώσετε κλίση στη μοτοσικλέτα. Το πλαίσιο είναι στιβαρό, η μοτοσικλέτα «βράχος» σε αλλαγές κατεύθυνσης, και «τρένο» στις στροφές! Σταθερή, ευέλικτη, με το βάρος συγκεντρωμένο πολύ χαμηλά, χαράζει συνεχώς χαμόγελα στον αναβάτη της. Ακόμα και με ταχύτητες πέρα από τα 150χλμ/ώρα θα στρίψετε σα διαβήτες, χαράζοντας απροβλημάτιστα όποια πορεία επιθυμείτε, χωρίς κουνήματα, και άλλες ατασθαλίες.
Επιπλέον bonus, η φοβερά ευχάριστη και άνετη διαβίωση με ένα classic όχημα στην πόλη. Ο μαλακός συμπλέκτης, το βουτυρένιο κιβώτιο, η ροπή, η χαμηλή σέλα, το τιμόνι που κόβει, και χίλιοι ακόμα παράγοντες, συνθέτουν ένα classic super-παπί που θα θέλετε να το καβαλήσετε ακόμα και για να πάτε επίσκεψη στο γείτονα, στην απέναντι μεριά του δρόμου! Τα φρένα και οι αναρτήσεις είναι σύγχρονα σε αίσθηση, χωρίς κουνήματα, και εμπνέουν ασφάλεια, μέχρι τα όρια της μοτοσικλέτας. Μόνο στα μεγάλα σαμάρια η πίσω ανάρτηση θα κοπανήσει τη μέση του αναβάτη, όμως στις συνήθεις ανωμαλίες, θα περάσει χωρίς πρόβλημα.
Συμπέρασμα: Εύκολη, άνετη, όμορφη, κλασσική
Θυμάμαι στα 18 μου, όταν άρχιζα να μπαίνω στον κόσμο της μεγάλης μοτοσικλέτας. Τότε, πειραματιζόμασταν όλοι στην παρέα είτε με χωμάτινα, είτε με ασφάλτινα «μηχανάκια», με μοναδική εξαίρεση το φίλο μου το Φοίβο. Εκείνος είχε μπλέξει με μια BSA του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου, και κάθε φορά που πηγαίναμε ακόμα και μια μικρή βόλτα, για εκείνον αποτελούσε και μια ξεχωριστή περιπέτεια. Άντε να τρομπάρει με το χέρι βενζίνη, να πλημμυρίσει το καρμπιρατέρ, μετά να τραβάει μανιβελιές, άντε και πήρε μπροστά, μετά το μηχανάκι δεν κράταγε, δεν έστριβε, δε φρέναρε, τα φώτα δεν φώτιζαν. Το συνήθισε βέβαια, αλλά… ταλαιπωρήθηκε.
Με μια έξυπνη και σύγχρονη απόδοση στο ίδιο έργο, από την Triumph εδώ, τα πράγματα δεν θα μπορούσαν να είναι διαφορετικότερα. Το Bonneville SE δεν απαιτεί θυσίες για να απολαύσετε την κλασσική του αύρα. Και μίζα διαθέτει, και ψεκασμό, αλλά και πλαίσιο-αναρτήσεις- φρένα και περιφερειακά που δεν ντρέπονται να ανταγωνιστούν μοτοσικλέτες του 2011. Ίσως μια από τις πιο εύκολες μοτοσικλέτες σήμερα σε καθημερινή συμβίωση, και μια από τις πιο διαχρονικά όμορφες, σύγχρονες κλασσικές.
Πηγή: mototriti.gr
Φτιαγμένη στη Βρετανία, με μεράκι, αγάπη, και σεβασμό στο ιστορικό της παρελθόν, η Bonneville SE είναι μια μοτοσικλέτα που δε χρειάζεται να είσαι γνώστης του είδους για να την εκτιμήσεις. Οι κλασσικές της γραμμές θα γοητεύσουν όποιον τη χαζέψει από κοντά, ενώ οι σύγχρονες μηχανολογικές λύσεις -έξυπνα καλυμμένες και χωνεμένες έτσι ώστε να μην προσβάλλουν την αισθητική… παλαιάς κοπής που ακολουθεί- την κάνουν απολαυστική για καθημερινή χρήση.
Αισθητική / ποιότητα κατασκευής: «Μέγλα»
Δεν λέω, παλιά κάπως έτσι γίνονταν τα πράγματα, όμως το 2011 είναι περίεργο για μια μοτοσικλέτα, όσο κλασσική κι αν δείχνει να μην έχει α) τάπα ρεζερβουάρ που να κλειδώνει και β) κλειδαριά τιμονιού στον κεντρικό διακόπτη. Πρόκειται για δυο νευραλγικά σημεία ασφάλειας, στα οποία η Bonneville δεν μας ικανοποίησε, τόσο με την τάπα που ξεβιδώνει εύκολα από τον καθένα, όσο και με την κλειδαριά που βρίσκεται στο πλάι του προβολέα.
Επιπλέον, η γνώμη μας είναι πως οι χυτές ζάντες με τα … μπράτσα δεν συνάδουν απόλυτα με τον κλασσικό χαρακτήρα της μοτοσικλέτας, και ξενίζουν ελαφρά σε στιλ και αισθητική. Θυμίζουν τις πρώτες γυμνές μοτοσικλέτες στα τέλη του 1970, αρχές 1980, όταν άρχισαν να τοποθετούνται χυτές ζάντες για πρώτη φορά. Ίσως στην έκδοση με ακτίνες να δείχνει πιο… αυθεντική, αν και στο τέλος της γραφής, αυτά είναι προσωπικά γούστα. Σημειώστε πως, όπως στον κινητήρα, έτσι και στις ζάντες, η βαφή είναι… μισή-μισή. Δηλαδή, έχουμε κομμάτια στο χρώμα του μετάλλου, έχουμε και μαύρα κομμάτια, θέμα στιλ είναι.
Η ποιότητα κατασκευής της Bonneville είναι κορυφαία, με τη συναρμογή μεταλλικών και πλαστικών μερών να είναι άριστες. Η βαφή είναι βαθιά, τα πλαστικά ανθεκτικά σε πτώσεις και στρεβλώσεις (η Triumph περηφανεύεται για τα πλαστικά της), ενώ η προσπάθεια προσομοίωσης του παλιού-καλού και θρυλικού Bonneville φτάνει σε τρελά ύψη δημιουργικότητας. Φανταστείτε πως έχουμε ακόμα και… «κουφάρια» σε μορφή καρμπιρατέρ, μέσα στα οποία βρίσκεται ο… ψεκασμός, αλλά και ψεύτικα… ωστήρια!
Για μένα, εκπληκτικής απόδοσης είναι οι «κάσες» του κινητήρα, τα κάρτερ δηλαδή, με την παλιά τους ονομασία. Το σχήμα τους είναι ονειρικό, γλυπτό, παλιό και σμιλευμένο με τέχνη, ενώ το μέταλλο που έχει χρησιμοποιηθεί έχει μια «παλαιωμένη» θαμπάδα, που σου ζεσταίνει την καρδιά. Χαζέψτε και τις λεπτομέρειες. Το κλασσικό logo της Triumph στο δίχρωμο ρεζερβουάρ με το φιλετάκι, logo που θα βρείτε και στο πίσω μέρος της σέλας.
Διαφορές SE από την «απλή» Bonneville
Οι διαφορές που χαρακτηρίζουν τη Bonneville της δοκιμής μας ως Special Edition (SE), δεν είναι δραματικές. Ενώ στην «απλή» έκδοση τα όργανα αποτελούνται μόνο από ένα κοντέρ, εδώ έχουμε και στροφόμετρο. Επιπλέον, τα κάρτερ είναι βουρτσισμένα (και όχι γυαλισμένα, τα γυαλισμένα βρίσκονται σε άλλη έκδοση). Τα κάρτερ της SE είναι μεν βουρτσισμένα, αλλά θαμπά, όπως τότε… όπως παλιά. Αλλά πριν το… βούρτσισμα ήταν μαύρα, στο χρώμα που έχουν παραμείνει πλέον οι κυλινδροκεφαλές! Και η SE παίζει με το μαύρο και το βουρτσισμένο, και στις χυτές της ζάντες.
Επιπλέον χαρακτηριστικό της SE είναι το κλασσικό, μεγάλο χρωμιομένο logo της Triumph στο ρεζερβουάρ. Τέλος, μπορείτε να τη βρείτε και σε έκδοση διχρωμίας με ζωγραφισμένη στο χέρι go-faster ρίγα.
Μικρό ιστορικό: Ο θρύλος της «Bonnie»
Bonneville salt flats. Θρυλικό όνομα, θρυλικό μέρος. Οι αποξηραμένες, αλατισμένες ευθείες της ερήμου Bonneville, όπου στην πλειστόκαινο περίοδο, βρισκόταν η μεγάλη λίμνη αλμυρού νερού (Great Salt Lake), χρησιμοποιούνται εδώ και δεκαετίες για την επίτευξη ρεκόρ τελικής ταχύτητας μηχανοκίνητων οχημάτων. Εκεί η Triumph, τον παλιό καλό καιρό είχε σημειώσει πολλά ρεκόρ ταχύτητας, και για να τιμήσει την περιοχή, ονόμασε Bonneville την κλασσική αερόψυκτη δικύλινδρη εν σειρά μοτοσικλέτα του 1959, μοτοσικλέτα που αργότερα θα γινόταν γνωστή χαϊδευτικά και ως «Bonnie».
Τα χρόνια πέρασαν όμως και η κρίση στη βρετανική βιομηχανία παραγωγής μοτοσικλετών έκανε την κατασκευάστρια εταιρεία Triumph Engineering να κατεβάσει ρολά το 1983. Όμως το 1984, ο επιχειρηματίας John Bloor "ανέστησε" την εταιρεία, μετονομάζοντας τη σε Triumph Motorcycles Ltd., και έβγαλε στην παραγωγή σύγχρονα μοντέλα.Μέσα στη γκάμα των μοντέλων αυτών, ξεχωρίζει η νέα Bonneville που έχει φτιαχτεί να δείχνει σχεδόν ίδια με τη θρυλική "Bonnie" του 1959, χρησιμοποιώντας όμως σύγχρονη τεχνολογία σε πλαίσιο, κινητήρα (σημειώστε εδώ και την προσθήκη αντικραδασμικού άξονα μέσα στα άλλα), φρένα και περιφερειακά.
Άνεση / εργονομία: Ευρωπαϊκή σχολή
Με το που καβαλήσεις τη μοτοσικλέτα, καταλαβαίνεις αμέσως πως οι τεχνικοί που την έφτιαξαν είχαν στο μυαλό τους το μεγαλόσωμο ευρωπαίο αναβάτη. Μόλις είχα κατέβει από μια μεγάλη ιαπωνική μοτοσικλέτα, και το πέρασμα του ποδιού πάνω από τη σέλα της Bonneville έφερε αμέσως ένα πρώτο σοκ. Η σέλα είναι ιδιαίτερα πλατιά και μακριά, άνετη για φιλοξενία ενός ιδιαίτερα μεγαλόσωμου αναβάτη. Επιπλέον, τα χειριστήρια, και ειδικά τα ποδοστήρια έχουν απόσταση από τα μαρσπιέ, και είναι ικανά να κάνουν αναβάτη με νούμερο μπότας 50 να νιώσει σαν στο σπίτι του.
Το παράδοξο –και ευτυχές- γεγονός είναι πως, αυτή η διάταξη δεν αποκλείει τους κοντύτερους αναβάτες, απλώς εκείνοι –συμπεριλαμβανομένου και του υποφαινόμενουκάθονται σε διαφορετικό μέρος της σέλας –πιο μπροστά, ενώ συνηθίζουν γρήγορα τη διάταξη του ποδόφρενου και του λεβιέ ταχυτήτων, χωρίς να ενοχλούνται. Η σέλα είναι φαρδιά, και ανοίγει τα πόδια του αναβάτη, είναι όμως ταυτόχρονα τόσο χαμηλή, που ακόμα και με ύψος 1.70 θα πατήσετε άνετα και τα δύο πέλματα στο έδαφος.
Κινητήρας: Δυνατός, αλλά... ηλεκτρικός σε αίσθηση
Ο κινητήρας τραβάει δυνατά από χαμηλά, με το συμπλέκτη να είναι μαλακός σε αίσθηση και το κιβώτιο άψογο σε λειτουργία, αθόρυβο και ακριβές. Ο ήχος του κινητήρα τώρα, δυστυχώς δεν εξιτάρει, όπως δεν εξιτάρει ούτε και ο τρόπος απόδοσης. Η δύναμη αποδίδεται ηλεκτρικά δίχως ξεσπάσματα, κάνοντας τον αναβάτη να αποζητά απεγνωσμένα μια δόση classic χαρακτήρα, και λίγες ακόμα… τρίχες στο στέρνο του Bonneville. Εμείς προτείνουμε την κίνηση με short-shifting, δηλαδή με αλλαγές ταχυτήτων αρκετά νωρίς, καθώς η ροπή χαμηλά είναι πραγματικά χορταστική, και δεν έχει μεγάλο νόημα να ζορίζετε τον κινητήρα, ενώ ταυτόχρονα δίνει και μια καλύτερη classic αίσθηση.
Όχι πως θα πει όχι στο «στροφάρισμα», απλώς στις ψηλές στροφές, κάποιοι κραδασμοί θα κάνουν την εμφάνιση τους, θολώνοντας τους καθρέπτες μετά τα 140χλμ/ώρα, ενώ από τα 150-160χλμ/ώρα και μετά, τα μαρσπιέ και τα γκριπ θα σας γαργαλήσουν κάπως τα πόδια και τα χέρια. Ιδανική κατάσταση με το Bonneville αποτελεί η κίνηση με ταχύτητες που φτάνουν τα 110-120χλμ/ώρα, κίνηση με τη ροπή. Εκεί το Triumph δείχνει τον καλύτερο εαυτό του, αποτελώντας ένα από τα ιδανικά οχήματα βόλτας, είτε στα πέριξ, είτε στο χρόνο.
Οδηγώντας: Υπέρ-άνετο και ευχάριστα sport
Πόσοι αναβάτες έχουν sport απαιτήσεις όταν πρόκειται να καβαλήσουν μια κλασσική μοτοσικλέτα; Ελάχιστοι. Και όμως. Η «Bonnie» θα σας κάνει την καλύτερη έκπληξη με το καλημέρα, και με τις πρώτες απόπειρες να δώσετε κλίση στη μοτοσικλέτα. Το πλαίσιο είναι στιβαρό, η μοτοσικλέτα «βράχος» σε αλλαγές κατεύθυνσης, και «τρένο» στις στροφές! Σταθερή, ευέλικτη, με το βάρος συγκεντρωμένο πολύ χαμηλά, χαράζει συνεχώς χαμόγελα στον αναβάτη της. Ακόμα και με ταχύτητες πέρα από τα 150χλμ/ώρα θα στρίψετε σα διαβήτες, χαράζοντας απροβλημάτιστα όποια πορεία επιθυμείτε, χωρίς κουνήματα, και άλλες ατασθαλίες.
Επιπλέον bonus, η φοβερά ευχάριστη και άνετη διαβίωση με ένα classic όχημα στην πόλη. Ο μαλακός συμπλέκτης, το βουτυρένιο κιβώτιο, η ροπή, η χαμηλή σέλα, το τιμόνι που κόβει, και χίλιοι ακόμα παράγοντες, συνθέτουν ένα classic super-παπί που θα θέλετε να το καβαλήσετε ακόμα και για να πάτε επίσκεψη στο γείτονα, στην απέναντι μεριά του δρόμου! Τα φρένα και οι αναρτήσεις είναι σύγχρονα σε αίσθηση, χωρίς κουνήματα, και εμπνέουν ασφάλεια, μέχρι τα όρια της μοτοσικλέτας. Μόνο στα μεγάλα σαμάρια η πίσω ανάρτηση θα κοπανήσει τη μέση του αναβάτη, όμως στις συνήθεις ανωμαλίες, θα περάσει χωρίς πρόβλημα.
Συμπέρασμα: Εύκολη, άνετη, όμορφη, κλασσική
Θυμάμαι στα 18 μου, όταν άρχιζα να μπαίνω στον κόσμο της μεγάλης μοτοσικλέτας. Τότε, πειραματιζόμασταν όλοι στην παρέα είτε με χωμάτινα, είτε με ασφάλτινα «μηχανάκια», με μοναδική εξαίρεση το φίλο μου το Φοίβο. Εκείνος είχε μπλέξει με μια BSA του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου, και κάθε φορά που πηγαίναμε ακόμα και μια μικρή βόλτα, για εκείνον αποτελούσε και μια ξεχωριστή περιπέτεια. Άντε να τρομπάρει με το χέρι βενζίνη, να πλημμυρίσει το καρμπιρατέρ, μετά να τραβάει μανιβελιές, άντε και πήρε μπροστά, μετά το μηχανάκι δεν κράταγε, δεν έστριβε, δε φρέναρε, τα φώτα δεν φώτιζαν. Το συνήθισε βέβαια, αλλά… ταλαιπωρήθηκε.
Με μια έξυπνη και σύγχρονη απόδοση στο ίδιο έργο, από την Triumph εδώ, τα πράγματα δεν θα μπορούσαν να είναι διαφορετικότερα. Το Bonneville SE δεν απαιτεί θυσίες για να απολαύσετε την κλασσική του αύρα. Και μίζα διαθέτει, και ψεκασμό, αλλά και πλαίσιο-αναρτήσεις- φρένα και περιφερειακά που δεν ντρέπονται να ανταγωνιστούν μοτοσικλέτες του 2011. Ίσως μια από τις πιο εύκολες μοτοσικλέτες σήμερα σε καθημερινή συμβίωση, και μια από τις πιο διαχρονικά όμορφες, σύγχρονες κλασσικές.
Πηγή: mototriti.gr
Ο καλός ταξιδευτής δεν έχει σταθερά σχέδια και δεν έχει καμιά πρόθεση να φτάσει κάπου.